Ο Διοκλητιανός ή Διοκλής, στα Λατ. Gaius Aurelius Valerius Diocletianus (περ. 245 - περ. 312) ήταν Ρωμαίος αυτοκράτορας από τις 20 Νοεμβρίου 284 ως την 1 Μαΐου 305.
Καταγόταν από ταπεινή οικογένεια της Δαλματίας. Στο στρατό διακρίθηκε για την εξαιρετική νοημοσύνη του και έφτασε μέχρι το αξίωμα του υπάτου.
Όταν δολοφονήθηκε ο αυτοκράτορας Νουμεριανός το έτος 284, οι στρατηγοί ανακήρυξαν αυτοκράτορα τον Διοκλητιανό. Κατά την πρώτη περίοδο της βασιλείας του (285 - 293) ο Διοκλητιανός προσέλαβε ως συνάρχοντα το Μαξιμιανό, επειδή ένας μόνο άρχοντας δεν επαρκούσε για τις ανάγκες της απέραντης αυτοκρατορίας. Ο Μαξιμιανός ήταν γενναίος στρατηγός και καταγόταν απ' την Πανονία. Ανάλαβε τη διοίκηση της Δύσης, ενώ ο Διοκλητιανός κυβερνούσε την Ανατολή.
Στη δεύτερη περίοδο της βασιλείας του, ο Διοκλητιανός καθιέρωσε το σύστημα της τετραρχίας. Δηλαδή προσέλαβε ακόμη δύο βοηθούς και συνάρχοντες που είχαν τον τίτλο του Καίσαρα. Ο Διοκλητιανός είχε βοηθό το Γαλέριο και ο Μαξιμιανός τον Κωνστάντιο Χλωρό. Ο Κωνστάντιος κυβερνούσε τη Γαλατία, Ισπανία, Βρετανία με πρωτεύουσα τη γαλατική πόλη Τρεβήρους, ο Μαξιμιανός την υπόλοιπη Δύση με πρωτεύουσα το Μιλάνο, ο Γαλέριος τη βαλκανική χερσόνησο Σίρμιο της Σερβίας και ο Διοκλητιανός την υπόλοιπη Ανατολή με πρωτεύουσα τη Νικομήδεια της Βιθυνίας. με πρωτεύουσα το
Ο Διοκλητιανός έκανε πολλές μεταβολές στη διοίκηση: Το πολίτευμα έγινε απόλυτη μοναρχία. Ο αριθμός των υπαλλήλων αυξήθηκε. Οι βάρβαροι κατέλαβαν σημαντική θέση στο στρατό και στην πολιτεία. Το πρόσωπο του αυτοκράτορα ήταν ιερό και οι υπήκοοι έπρεπε να του αποδίδουν λατρεία. Εξαπέλυσε δριμείς διωγμούς κατά του Χριστιανισμού και του Μανιχαϊσμού.
Το 305 ο Διοκλητιανός παραιτήθηκε και αποσύρθηκε στο ανάκτορό του στα Σάλωνα της Δαλματίας, όπου πέθανε μετά από 8 έτη.